Η ρύθμιση της παραγωγής των θυρεοειδικών ορμονών:
Θυρεοειδής και υπόφυση

Τα κύτταρα του θυρεοειδή αδένα συνθέτουν και παράγουν τις θυρεοειδικές ορμόνες. Θυρεοειδικές ορμόνες είναι η θυροξίνη (Τ4) και η τριϊωδοθυρονίνη (Τ3). Για την παραγωγή των δύο ορμονών, ο αδένας του θυρεοειδή έχει την ανάγκη της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (TSH, thyroid stimulated hormone) η οποία μπορεί να διεγείρει (να ερεθίσει) τον θυρεοειδή για να παράξει αυτός με την σειρά του τις δυο δικές του ορμόνες Τ3, Τ4. Η TSH εκκρίνεται από τον αδένα της υπόφυσης του εγκεφάλου. Αυτή η υποφυσιακή ορμόνη, είναι υπεύθυνη για τον καθορισμό της ποσότητας των θυρεοειδικών ορμονών τις οποίες θα παράγει ο θυρεοειδής αδένας.
08Η θυρεοειδοτρόπος ορμόνη TSH παράγεται από την υπόφυση του εγκεφάλου, χύνεται στην κυκλοφορία του αίματος και διέρχεται σε όλο το σώμα χωρίς να γίνει αντιληπτή, τελικά χωρίς να ασκήσει δράση σε κανένα όργανο ή κύτταρο. Όμως, διερχόμενη και από τον αδένα του θυρεοειδούς σε επαρκή ποσότητα, αναγκάζει τον θυρεοειδή αδένα να εκκρίνει στην κυκλοφορία του αίματος αυξημένες ποσότητες θυρεοειδικών ορμονών Τ3 και Τ4.

Όταν η ποσότητα της TSH η οποία διέρχεται από τον θυρεοειδή αδένα είναι μικρή, οι παραγόμενες θυρεοειδικές ορμόνες είναι ελάχιστες, ενώ όταν η ποσότητα της TSH είναι μεγάλη, η διέγερση που υφίσταται ο θυρεοειδής είναι αυξημένη, οπότε η παραγωγή των θυρεοειδικών ορμονών αυξάνεται.

Πώς όμως ρυθμίζεται η παραγωγή της θυρεοτρόπου ορμόνης TSH?

Εφόσον, η παραγόμενη ορμόνη  από τον αδένα του θυρεοειδή (Τ3 και Τ4) αυξάνει, αυτή διέρχεται σε αυξημένα επίπεδα από την υπόφυση του εγκεφάλου μέσω της κυκλοφορίας του αίματος. Στην υπόφυση οι θυρεοειδικές ορμόνες δρουν ως «αγγελιοφόροι», αναγκάζοντας την υπόφυση να αναστείλει την παραγόμενη διεγερτική της ορμόνη ( TSH). Στη συνέχεια, λόγω της χαμηλής ποσότητας TSH, αναστέλλεται με την σειρά της η περαιτέρω παραγωγή των ορμονών του θυρεοειδή.
Με αυτόν τον τρόπο, ο αδένας του θυρεοειδή, αναστέλλει την παραγωγή του σε ορμόνες Τ3 και Τ4, οπότε οι ορμόνες αυτές μειώνονται σημαντικά στο αίμα.

Στο επόμενο χρονικό  διάστημα, όταν οι μειωμένες ορμόνες Τ3 και Τ4, διέλθουν από την υπόφυση, γίνεται αντιληπτό από την τελευταία ότι η ποσότητά τους είναι μειωμένη. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, την επανα-διέγερση του αδένα της υπόφυσης, ο οποίος αυξάνει την παραγωγή του σε διεγερτική υποφυσιακή ορμόνη (TSH). Νέο αποτέλεσμα είναι το εξής: η αυξημένη παρουσία της υποφυσιακής ορμόνης (TSH) σε όλο το σώμα και στον θυρεοειδή, έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της παραγόμενης ορμόνης Τ3 και Τ4 από τον αδένα του θυρεοειδή. Με αυτόν τον τρόπο φαίνεται ότι ο αδένας της υπόφυσης και ο αδένας του θυρεοειδή βρίσκονται σε δυο αντιδιαμετρικές θέσεις ενός κύκλου (μιας ρόδας που γυρίζει), στον οποίο κύκλο συμβαίνει ο ένας αδένας να ρυθμίζεται από τον άλλο συνεχώς.
Οι ορμόνες Τ3 και Τ4, όταν είναι επαρκείς, στην κυκλοφορία του αίματος, διερχόμενες από όλα τα κύτταρα του σώματος και ως εκ τούτου από όλα τα λειτουργικά συστήματα (καρδιαγγειακό, γαστρεντερικό κ.λ.π.), ασκούν την δράση τους στα κύτταρα/συστήματα του σώματος, επανακαθορίζοντας (διορθώνοντας) προς την σωστή ταχύτητα λειτουργίας τα συστήματα αυτά.   
Ως εκ τούτου, η υπόφυση- μέσω της TSH- άλλοτε πρέπει να αναστείλει την παραγωγή των θυρεοειδικών ορμονών (όταν η παρουσία των τελευταίων θα είναι επαρκής στην κυκλοφορία), και άλλοτε πρέπει να διεγείρει την παραγωγή των θυρεοειδικών ορμονών (όταν η παρουσία των τελευταίων θα είναι ελλιπής στην κυκλοφορία). Ο μηχανισμός αυτός ονομάζεται «μηχανισμός παλίνδρομης αλληλορύθμισης» (feed-back positive/negative).